Δευτέρα 16 Ιουνίου 2008

Ωρα για... παιχνίδι !!

Με κάλεσε η Νινέτα
να παίξω πριν λίγο καιρό,
μετά από λίγο ακολούθησε η Παναγιώτα giotavita το καθυστέρησα γιατί δεν ξέρω να παίζω, και για να πω την αλήθεια δεν ξετρελαίνομαι κιόλας.
Στάθηκα τυχερή όμως... γιατί και οι δυο, μου ζήτησαν να παίξω το ίδιο παιχνίδι.έτσι... με ένα σπάρο...δυο τρυγόνια।
Εσεις... αν έχετε διάθεση... καλείστε να βρείτε, το ένα ψέμα στις τρεις αλήθειες που θα σας πω.

1)Πρωταγωνίστησα σε ταινία μικρού μήκους, που βραβεύτηκε σε φεστιβάλ κινηματογράφου, ξένης χώρας, σε ηλικία 15 ετών। ποτέ δεν την είδα αυτήν την ταινία, παρά μόνο στο μοντάζ. είχα ακούσει τότε για τη βράβευση, και μετά τίποτα.

2)ένας νεαρός, ήταν τόσο ερωτευμένος μαζί μου, που δεν άντεξε την αδιαφορία, και την... 'κοροϊδευτική' μου στάση, και απελπισμένος ... πήρε τον οματιών του... και έγινε καλόγερος.

३)Για πολλές μέρες... η μαμά μου έβρισκε ένα φίδι να κοιμάται κουλουριασμένο πάνω στο στήθος μου, όταν ήμουν βρέφος.

4) Κάποτε είχα σαν χόμπι το... ψάξιμο θησαυρών, έτσι με την παρέα μου και ένα μηχάνημα που βρίσκει τα σημεία.... ψάχναμε να βρούμε λίρες. γυρίσαμε πολλά χωριά, ανεβήκαμε σε πολλά βουνά...σκάψαμε πολλά μέτρα κάτω από τη γη...και όλα αυτά τα κάναμε φυσικά τη νύχτα, και με απόλυτη μυστικότητα।


Ας συνεχίσει το παιχνίδι όποιος θέλει...


Αντε...Ηρθε η ώρα της αλήθειας!


Tερατάκι. δεν έπεσες έξω.
Αγοραφοφία κι εσύ με κατάλαβες...
Νινετάκιιιι...έχασεςςςςςς
Και βέβαια καλογέρεψε το παιδί πατσιουράκι!Υπήρξα μοιραία γυναίκα εγώ τι νόμισες;...(χα χα χα)
Λένα μου όλες είμαστε "Ευες" από γεννησιμιού μας.
Δεν μου αρέσουν τα μήλα αλλά ,το φιδάκι μάλλον μου έκανε παρέα...
Ναι μωρέ Παναγιώτα .ποτέ δεν έψαξα λίρες και καλά είμαι και χωρίς αυτές!
Όχι βρε δεν κρύβω τις μαγικές μου ικανότητες, δεν καταλάβατε ακόμα οτι θέλω να σας μαγέψω όλες; χα χα χα...

1) Ημουνα στα 15, όταν ένας νεαρός σκηνοθέτης μου πρότεινε μέσω μιας οικογενειακής φίλης, που σπούδαζε τότε στη δραματική σχολή, να μου κάνει κάποιο δοκιμαστικό, για την ταινία που ετοιμαζόταν να γυρίσει. Η κατάληξη ήταν να είμαι η ηρωίδα της μικρής ταινίας του. Εμαθα πολλά χρόνια μετά ότι πήρε κάποια διάκριση, αλλά τότε λόγω ηλικίας, δεν ενδιαφέρθηκα να μάθω περισσότερα.

2) Ο Γ. λοιπόν, ένα συνεσταλμένο παιδί της επαρχίας, οικογενειακή γνωριμία από την εκλησια (οπου με τραβολογουσε η μανα μου νυχθημερων) με φλερταριζε κοιτωντας τη γη απο τη ντροπη του, και κατακοκινος σαν παντζαρι, εγω...διαόλου κάλτσα τότε τον τσιγλιζα, διασκεδαζοντας με ολο αυτο το ντροπαλο και συνεσταλμενο φερσιμο του, και επειδη δεν μπορουσε να βγαλει ακρη μαζι μου... ηρθε με τον πατερα του να με ζητήσουν σε γαμο. Η αρνηση μου... τον εστειλε στο μοναστηρη να βρει παρηγορια στο θεό. Καμποσα χρονια μετα τον συναντησα στην εκκλησία παλι, στην επιστροφη του ασώτου στα εγκόσμια.
Βαριά η καλογερική παιδιά μου!!!


3)Μεγάλωσα σε αγροτική οικογένεια.Τα καλοκαίρια μετακομίζαμε στα καπνοχώραφα. Στήναν τα τσαρδάκια καμωμένα από κλαδιά και πλατανόφυλλα για όλο το καλοκαίρι.Τριών μηνών ήμουν τότε μέσα σε μια κούνια φτιαγμένη από λυγαριά,δεμένη σε δύο δέντρα.Σαν ήρθε η μάνα μου να με θηλάσει βρήκε το φίδι να κοιμάται κουλουριασμένο στο στήθος μου.Στις τσιρίδες που έβαλε,εκείνο ξύπνησε και απομακρύνθηκε νωχελικά από την κούνια μου.
Την επόμενη και μεθεπόμενη μέρα η μάνα μου ήρθε αντιμέτωπη με το ίδιο σκηνικό.Είναι μια περίεργη ιστορία που θα σας την διηγηθώ εκτενέστερα κάποια στιγμή...


4)Σιγά και να μην πήγαινα εγώ βραδιάτικα να ψάχνω για χρυσάφια και ρουμπίνια που φοβάμαι και την σκιά μου τα βράδια.Ακόμα και αν ήξερα πως με περιμένουνε σε συγκεκριμένο μέρος θα έτρεμε το φυλλοκάρδι μου και δεν θα πήγαινα ποτέ!
Ισως φταίει πως το χρήμα δεν υπήρξε ποτέ σημαντικό για μένα για να μπω σε τέτοιες περιπέτειες.
Ουφ,ουφ τα είπα τελικά. Παναγιώτα και Νινετάκι σας έκανα το χατήρι αλλά μην τολμήσετε ξανά να με βάλετε σε τέτοια διαδικασία ...γιατί θα σας πνίξω και τις δύο στην θάλασσα της Πιερίας.Δεν με λυπάστε βρε?Τι να θυμάμαι τώρα από όσα πέρασα???
Παιχνιδάκια δεν σας ξαναπαίζω αλλά για να σας γλυκάνω κερνάω γλυκό καρυδάκι φτιαγμένο με τα χεράκια μου από την καρυδιά του κήπου μου.
Σας αγαπώ...

Τρίτη 10 Ιουνίου 2008

Δεν είμαι η κοκκινοσκουφίτσα!!!


Όχι δεν είμαι.
Μια ξυπόλυτη είμαι, που δεν χαμπαριάζω τίποτα και τολμώ...έχω το «θράσος»... να περπατώ στα αγκάθια.
Δεν φοβάμαι τα τρυπήματα τους – όλα μια συνήθεια είναι- ούτε τα μαχαιρώματα φοβάμαι. Eκτός... από τα πισώπλατα. Εκεί.. τα χάνω, στέκομαι ανήμπορη και ανίκανη για κάθε αντίδραση που πιθανόν θα με προστάτευε.
Δεν είμαι η κοκκινοσκουφίτσα, και δεν με τρομάζουν οι λύκοι (αν είναι αυθεντικοί λύκοι και όχι μαϊμούδες μιμούμενοι λύκους.)
ίσα ίσα... μπορώ να παίξω μαζι τους καθαρά «παιχνίδια».

Δεν είμαι η κοκκινοσκουφίτσα.
Και δεν κουβαλάω καλούδια στο καλάθι μου. Το γεμίζω μόνο όποτε βρω κάποιο σπάνιο λουλούδι, Μια όμορφη μουσική, μια λέξη, ένα νόημα, μια ανάμνηση, και αύρα από ανθρώπους που ξέρουν να λένε Σ’ αγαπώ.
Είμαι η ξυπόλυτη. Κι η φορεσιά μου δεν είναι κόκκινη.
Έχει το χρώμα της ζωης. του πόνου. της χαράς. του χθες... του σήμερα... του αύριο... του πάντα.

Είμαι η ξυπόλυτη και περπατώ στα αγκάθια. γιατί τα πόδια μου εκεί με παν. γιατί τα εμπιστεύομαι. ποτέ δεν μου είπαν ψέματα... ούτε ποτέ σαν λουλούδια μου παρουσιάστηκαν « παρασύροντας με» με αρώματα από φτηνά αιθέρια έλαια βαλμένα επιτήδεια σε ακριβά μπουκάλια, που... εξατμίζονται σαν βγουν στο φως.




Είμαι η ξυπόλητη και έχω τη δική μου φωνή.
Μια φωνή χωρίς φτιασίδια και κορδέλες, ανάμεσα σε τόσες άλλες.
Είμαι...Ακόμα μια φωνή!



Αφιερωμένο, με χαμόγελο στην Τανίλα, που επιμένει να με αποκαλεί κοκκινοσκουφίτσα.

Κυριακή 8 Ιουνίου 2008

ΣΤΑ ΤΖΑΜΙΑ ΠΕΦΤΕΙ Η ΒΡΟΧΗ



Δυο νύχτες τώρα βρέχει.
Κι ακόμα βρέχει.
Ακούω να μου τραγουδάνε οι σταλαγματιές της.
Μα όχι σαν τότε, τότε τον έρωτα μου τραγουδούσε.
Τώρα σιωπή.
Τέτοιες στιγμές η σιωπή, κάνει παρέα της μοναξιάς.
Κι η μοναξιά γίνεται λέξεις...

ΣΤΑ ΤΖΑΜΙΑ ΠΕΦΤΕΙ Η ΒΡΟΧΗ

Στα τζάμια πέφτει η βροχή
κι εγω 'μαι πάλι μοναχή
η πόρτα του παράδεισου
και σήμερα κλειστή.

Πέφτει στα τζάμια η βροχή
και ειμαι ασυντόφευτη
απ' αγκαλία ζεστή
αχ...πόσο μου 'λειψες αγάπη!
Η πληρωμή μου σ'ενα δάκρυ.

Πέφτει στα τζάμια η βροχή
κι ο χρόνος μου τελειώνει
η πόρτα του παράδεισου
ακόμα ειναι κλειστή.

Σαν άγγελος εξόριστος
περνώ το μονοπάτι,
ψάχνοντας τον παράδεισο
και την χαμένη αγάπη!
Αχ!πόσο μου'λειψες αγάπη...
Η πληρωμή σου ένα δάκρυ.

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2008

Αηδία!!!






Ε Όχι!!!

Δεν την αντέχω τέτοια υποκρισία. Δεν την μπορώ!!!

Δεν το αντέχω τόσο θράσος!!!!!!!!!!!!!!!

Μιλάς εσύ ρε βρωμιάρη; τολμάς εσύ και μιλάς;

Εσύ; που ήσουν η αιτία της καταστροφής μιας ζωης;

Εσύ; μισητέ έμπορα ονείρων, και ψυχών.

Εσύ; που κρυμμένος πίσω από την τέχνη, την έκανες να μοιάζει, εμποροπανυρηρη ωμών κρεάτων;

Εσύ; που όποιος δεν ήταν στα δικά σου ¨ανώμαλα¨ γούστα ,(Και αν ειχε το σθένος και την ψυχική δύναμη να σου αντισταθει, ) όχι μόνο δεν έκανε καριέρα, αλλά τον εξόντωνες με όποια.... ( και δυστυχώς για την τέχνη) είχες πολλά μέσα.

Εσύ έπρεπε να τον είχες αυτόν τον θάνατο σιχαμερό σκουλίκη, εσένα σου άξιζε!!!

Οχι αυτός ο ταλαντούχος ανθρωπος, (που δυστυχώς γι τον ιδιο, βρεθηκε στον σκατένιο δρόμο σου, και αυτο το πλήρωσε με τη ζωή του, γιατι βρε σίχαμα... ποτέ η ψυχή του δεν αποδέχτηκε αυτό που εξ αιτίας σου εγινε.)

Είχα πει ότι δεν θα γράψω τίποτα για τον θάνατο του Νίκου Σεργιανόπουλου, το έκαναν τόσοι και τόσοι άλλωστε, γνώστες και μη...

Δεν άντεξα όμως!

Τον είδα στην τηλεόραση πριν λίγο, να λέει...Τόλμησε να πει....!!!

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2008

Στην ομορφιά της φύσης

Νοιώθω τύψεις, γιατί.... δεν ήμουν ευχάριστη τον τελευταίο καιρό, και σας μελαγχόλησα.

Γι¨αυτο σκέφτηκα να σας... ¨αποζημιώσω¨ με αυτές τις εικόνες που είμαι σίγουρη ότι θα σας χαλαρώσουν, όπως και μένα όταν προχθές βρέθηκα εκεί.

Δεν ξέρω, αλλά νομίζω ότι είναι από τα πιο όμορφα χωριά στην Ελλάδα, ίσως φαίνομαι υπερβολική, και η μεγάλη μου αγάπη με κάνει να το βλέπω έτσι, αλλά εκτος απο την ομορφιά της φύσης που θαρείς πως συγκεντρώθηκε ολη σε αυτο το μέρος... Υπαρχει τοση θετικη ενέργεια, που ακομα κι αν πας σμπαραλιασμένος ψυχολογικά, με το που πατάς το ποδι σου, ξεχνας καθε σου έγνοια και βρίσκεις νεα δύναμη.

Είναι το Λιτόχωρο.











Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

Με ...αγαπάς είπες;


Ξεκινήσαμε το βράδυ το ταξίδι με τον μουτζουρι, και φτάσαμε χαράματα στη Θεσσαλονίκη.
Πηγαμε πρώτα στο σπίτι που με φιλοξενούσε μέχρι που κατεβηκα στην Αθήνα.
Η Νίτσα... η οικοδέσποινα. (άλλη θλιβερή ιστορία η δικιά της) μας περίμενε, ήπιαμε καφέ, τους άφησα το μωρό... Και...Ξεκίνησα... έτοιμη για όλα.
Hξερα τι με περίμενε, αλλά αυτό έπρεπε να το κάνω μόνη μου, Ε..δεν θα με σκότωνε κιόλας!
Χτύπησα το κουδούνι. Άνοιξε την πόρτα... τη θέλεις εσύ εδώ; μας ντρόπιασες και έχεις μούτρα να έρχεσαι σε αυτό το σπίτι; να πας εκεί που έκανες τα αίσχη σου!
Μου έκλεισε την πόρτα!! Σε παρακαλώ μπαμπά... άνοιξε μου, να σου μιλήσω για λίγο και θα φύγω.
Παρακαλούσα εγώ να μου ανοίξει... έβριζε εκείνος από μέσα... Ήξερα όμως καλά τον μπαμπά μου... Ήξερα την αδυναμία που μου είχε.
Κάποια στιγμή μου άνοιξε, συνέχιζε να μου λέει πόσο τον ντρόπιασα, που δεν έχει μούτρα να βγει στην κοινωνία....έλεγε..φώναζε...έβριζε... Κουράστηκε κάποια στιγμή, και μπόρεσα να μιλήσω, σου ζητώ συγνώμη μπαμπά, ξέρω ότι δεν γίνανε τα πράγματα όπως θα έπρεπε, γίνανε όμως τώρα δεν αλλάζει αυτό, έχω ένα μωρό τώρα, είναι το εγγόνι σου, δεν θέλεις να το γνωρίσεις; και είμαι παντρεμένη τώρα ρε μπαμπά, ( έριξα και το τελευταίο μου χαρτί)
Είπα ... εξήγησα... ικέτεψα να με συγχωριση... να με δεχτεί με το παιδί στο σπίτι... Τίποτα!!!
Πείσμωσε, και δεν ήθελε να ακούσει, άκουγαν μονό τα αυτιά του, όχι η ψυχή του. Τσακίσου φύγε από δω...!!!
Σηκώθηκα να φύγω, τι θα κάνω θεέ μου; που θα πάω; τι με περιμένει; έσυρα τα βήματα μου ως την πόρτα... την άνοιξα... (εκείνος συνέχισε να με βρίζει και να μου λέει να μην ξαναπατησω το πόδι μου εκεί) κατεβηκα το πρώτο από τα τρία σκαλιά, και....
Και που είναι το μωρό τώρα; το άφησα στη Νίτσα με τη μαμά.
Τσακίσου να πας να το φέρεις!!!
Αχ... μπαμπά μου καλέ... γύρισα και έπεσα στη αγκαλιά του, (πάντα με ζέσταινε η αγκαλιά του) έκλαψα, έκλαψα όσο δεν είχα κλάψει όλων αυτόν τον καιρό.
Έβγαλα φτερά και πέταξα, πήρα το μωρό και πηγαμε σπίτι.
Την πήρε αγκαλιά... Την λάτρεψε, μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωης του!!!
Άρχισα να ψάχνω να βρω που είναι ο...¨πατερας¨ Και... σύζυγος (Είχα και σύζυγο, τρομάρα μου.)
να τον ενημερώσω για τις αλλαγές της ζωης μας, και που θα μπορούσε να μας βρει αν ήθελε.
Τον βρήκα από τη στρατολογία, του έγραψα... πήρα ένα ψυχρό σημείωμα, και... το πήρα πια απόφαση!
Αυτός ο άνθρωπος... δεν θέλει να είναι κομμάτι της ζωή μας, ας εμφανιστεί όποτε θέλει να πάμε σε έναν δικηγόρο. του το έγραψα, και τέλος!
Όλα καλά λοιπόν! Είχα το μωρό μου... Είχα τους γονείς και τα αδέρφια μου...Τι άλλο ήθελα; Κυλούσαν οι μέρες ήρεμα, το μωρό μου, μου έδινε την ευτυχία, αυτή ήταν τα πάντα για μένα, και εγώ της έδινα όλα όσα είχα μέσα μου, ήταν ο ήλιος μου, το φεγγάρι μου, το συμπάν μου.
Εγώ και το μωρό μου!!! Χαλάλι όλα όσα πέρασα, τόσα και άλλα τόσα θα περνούσα αν χρειαζόταν, για να ζήσω αυτήν την ευτυχία, για να βλέπω αυτό το πλάσματα να μου χαμογελάει. Έτσι... πέρασαν έξη μήνες.
Και ένα βράδυ... χτύπησε το κουδούνι, άνοιξε ο μπαμπάς, από πίσω και η μαμά, άκουγα μες τον ύπνο μου ομιλίες έκπληκτες φωνές... κατάλαβα. κατάλαβα αλλά δεν μπορούσα να το πιστέψω. μπα, ίσως το βλέπω σε όνειρο.
Δεν ήταν όνειρο. ηρθε στο δωμάτιο η μαμά... ξύπνα... ηρθε ο........ άσε με ρε μαμά με τα χαζά σου, ώρα που τη βρήκες.. νυστάζω, άσε... ακούω τη φωνή του. θα την ξυπνήσω εγώ!!!
Πριν... ξυπνήσει εμένα, έσκυψε δίπλα στην κούνια, δεν ξέρω αν νοιώθουν τα μωρά... αλλά αυτή η σκατούλα... θαρρείς και ένοιωσε την παρουσία του, άνοιξε τα ματάκια της και του χαμογέλασε (έτσι έλεγε αυτός μετά) Κάθισε στο κρεβάτι και απαλά... γλυκά με ξύπνησε.
Άνοιξα τα μάτια, δεν ονειρευόμουν! Ήταν αυτός, και στο βλέμμα του έβλεπα μόνο αγάπη και τρυφερότητα ( ρε...σκεφτηκα, θα με τρελάνει αυτός) Περάσαμε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας κουβεντιάζοντας, Για το τι έγινε, πως έγινε...και... τώρα; Τώρα θα ζήσουμε μαζι ευτυχισμένοι ειπε... μα.. αφού εσύ μου είπες...Αφού δεν με αγαπάς,...
Σε αγαπάω ρε χαζή, πάντα σε αγαπούσα... Τότε; γιατί όλα αυτά;!
Ηρθα στη... δική του θέση...κατανόησα... και...τον συγχώρησα!!!
Από κει και πέρα ζήσαμε στιγμές έντονου έρωτα και πάθους, που όμως πολύ φοβάμαι... ότι ποτέ δεν έγινε αγάπη από την πλευρά του.
Κάναμε και αλλα παιδιά. Όμως... εκείνος ποτέ δεν ήταν συνειδητοποιημένος, ποτέ δεν ένοιωσε έτοιμος να αναλάβει ευθύνες.
Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, ούτε έχει νόημα
Δεν είχε ζήση έλεγε τη ζωή του, και την ζούσε τώρα, μα ούτε και εγώ έζησα κάτι άλλο του έλεγα... δεν είναι το ίδιο, απαντούσε, εσείς οι γυναίκες ωριμάζετε πιο νωρις απο μας.
Ετσι... μάθαινα, ανακάλυπτα, σχέσεις με ...διάφορες φίλες φίλων, κλπ ( πολλές από τις περιπέτειες του, μου τις εξομολογούταν ο ίδιος)
Μετά από επτά χρόνια, σε μια από αυτές του τις σχέσεις... που φάνηκε να είναι κάτι περισσότερο από πήδημα, ένα ξημέρωμα που γύρισε σπίτι, Του είχα ετοιμάσει τα ρούχα του σε... μαύρες σακούλες σκουπιδιών, και μόλις άκουσα το αυτοκίνητο να σταματάει... άνοιξα την πόρτα και... μια μια της πετούσα στον δρομο.
Αρκετα είχα ανεχτεί, έχει και η μαλάκια τα όρια της.
Το μικρότερο παιδί μου ήταν δυο ετών!!!



Άντε κορίτσι μου... Μάζεψε πάλι τα κομμάτια σου, και προχώρα. Θα τα καταφέρουμε. Είσαι δυνατή εσύ, δεν φοβάσαι...Έχεις σκοπό στη ζωή σου, έχεις να μεγαλώσεις τρία παιδιά.
Μηηηηηηηηηηη...!
μην αρχίσεις τώρα να κλαψουρίζεις.
ΜΗ...!
ΔΕΝ...!
ΟΧΙ...!
ΚΡΑΤΑ..!
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ...!!
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΔΥΝΑΤΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ!!!!!
Έτσι έλεγα στον εαυτό μου κάθε φορά που πήγαινα να λυγίσω. και κράτησα!

Όσες φορές δεν με πείθανε τα..λογια μου... αφού έβαζα τα παιδιά για ύπνο, κουκουλωνόμουν κάτω από το πάπλωμα ( και τώρα το κάνω) και δάγκωνα τα χέρια μου για να μην ουρλιάζω.
Μεγαλώσαμε μαζί με τα παιδιά μου, ενωμένες σαν αγκαλιά, σαν γροθιά, καμια δυσκολία δεν στάθηκε ικανή να μας λυγίσει, οτι και να γινόταν εκει εξω...Εμεις είχαμε η μια την άλλη.
Σήμερα... Καμαρώνω τα τρία καταπληκτικά παιδιά μου, και είμαι μια περήφανη μάνα, και ευτυχισμένη γιαγιά!!!


Σαν σήμερα γέννησα το πρώτο μου παιδί.
Αυτό το ευλογημένο πλάσμα, που βρήκε από αυτήν την περιπέτεια.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΨΥΧΗ ΜΟΥ!!!!
Είμαι εδώ κοριτσάκι μου!! Πάντα θα είμαι εδώ!!!

Τρίτη 27 Μαΐου 2008

Σήμερα γάμος γίνεται....





Κουμπάρες,Δυο από τα κορίτσια της παρέας, η μια ήταν η κόρη της κ, Μ, και η άλλη φίλη της, αυτή η φιλία δεν έπρεπε να χαθεί έτσι...
Κουμπάρες λοιπόν. Και νονές του μωρού μου αργότερα... οι κοπέλες που στάθηκαν στο πλευρό μου σαν αδερφες, στις δυσκολότερες μέχρι τότε στιγμές της ζωης μου.
Και έφτασε η...¨Μεγαλη¨μερα.
Ξύπνησα το πρωί, όπως και όλες τις άλλες μέρες, δεν είχα δα... και να στολιστώ για νύφη, ένα τσουβάλι θα έριχνα πάνω μου. Οσο για κομμωτήριο και τα σχετικά, ούτε κουβέντα.
Δεν ήμουν ευτυχισμένη... δεν ήμουν δυστυχισμένη...Δεν ήμουν τίποτα! Δεν ήμουν εκεί...Δεν ήμουν εγώ!!!
Ηρθε η ώρα να πάμε στην εκκλησία, έκανα το σταυρό μου και ξεκίνησα.
Εκείνος ήταν εκεί, με τρία ροζ τριαντάφυλλα, σε πρόχειρο μπουκέτο. μπήκαμε στο εσωτερικό της εκκλησίας, και ο παπάς άρχισε το μυστήριο, εκείνη τη στιγμή δυο περιστέρια μπήκαν, και ήρθαν να ξαποστάσουν... το ένα, στον ώμο του γαμπρού, και το άλλο στον δικό μου, έγινε ένα σούσουρο από τους έτσι κι αλλιώς, μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού παρευρισκομένους...(Απο τους δικούς του δεν ήρθε κανένας, και αποτους δικούς μου, μόνο η μαμά μου) γούρι γούρι.. θα ζήσουν ευτυχισμένα τα παιδιά. Το πίστεψα. Σκέφτηκα.. δεν είναι και κάτι που συμβαίνει σε όλους τους γαμους, συνέβη στον δικό μου, άρα είναι καλός αιωνός.
Τελείωσε το μυστήριο, και γυρίσαμε στο σπίτι...Πέρασε η υπόλοιπη μέρα...αμήχανα. Βαριά.
Στο δωμάτιο σε μια γωνιά οι λαμπάδες... τα στέφανα...στην άλλη οι μπομπονιέρες ( είχαμε και μπομπονιέρες …χα) στην παραπέρα το...¨Νυφικό¨ και παραδίπλα το γαμπριάτικο κουστούμι.
Νύχτωσε. Ξαπλώσαμε και μείς ως κανονικοί άνθρωποι ( όχι ως κανονικοί νεόνυμφοι) και... αρχίσαμε να μιλάμε, εγώ άρχισα δηλαδή, μπας και σπάσει ο πάγος (από τότε μου άρεσε να τα συζητώ όλα) είπα... εξήγησα...έκλαψα...λύγισα.
Με κοίταγε, με ένα βλέμμα που ποτέ δεν είχα ξαναδεί στα τρία σχεδόν χρόνια που τον ήξερα, βλέμμα σκοτεινό, άγνωστο. Με φόβισε αυτό το βλέμμα, και... μίλησε.
Ένα πράγμα να θυμάσαι!!!
Αυτό που μου έκανες θα μου το πληρώσεις πολύ ακριβά!!!
Το΄χω καλύτερα να πάω να πέσω από την ακρόπολη, παρά να ζήσω μαζι σου!!!
Μέσα από τα γεμάτα δάκρυα μάτια μου, ξεχώριζαν οι λαμπάδες.. οι μπομπονιερες..και μια σκέψη μόνο μου τρυπούσε το μυαλό.
Έτσι τον ονειρεύτηκα εγώ τον γάμο μου;
Αυτός ο γάμος μου άξιζε εμένα;
Προσπαθούσα να καταπιώ τους λυγμούς μου, μην ακούσει η μάνα μου που κοιμόταν σε ένα ράντζο στο χολ. τη χρώσταγε η έρμη να τα ζει αυτά;
Μια μάνα ήταν, που είχε όνειρα για την κόρη της. όνειρα απλά, απλοϊκά ίσως. Ένα καλό παιδί, να με αγαπάει και να με φροντίζει.
Όλη νύχτα!!!
Όλη τη νύχτα… εκείνος με έβριζε, και με απειλούσε, και οταν του τελειωναν οι λέξεις,μου εριχνε μια ξεγυρυσμένη τσιμπιά, γυρνώντας μου το δέρμα στροφή, δεν ήξερε πώς να ξεσπάσει το μίσος του.
Αυτός ο άνθρωπος που.... με¨αγαπούσε¨.Που έλεγε πόσο ευτυχισμένοι θα ζούσαμε κάποτε οι δυο μας.
Το πρωί, σηκώθηκα... (εκείνος είχε ήδη φύγει το ξημέρωμα, ότι.. πρέπει να μπει στο στρατόπεδο) με όλο μου το πρόσωπο πρησμένο, το κορμί μου πονούσε παντού από τις τσιμπιές.
Στο κουζίνα, ζαρωμένη στη γωνιά του τραπεζιού η μάνα μου, με κοίταξε, με μάτια κατακόκκινα, και κατάλαβα.
Τα είχε ακούσει όλα. Έκλαιγε και εκείνη μαζι μου όλη νύχτα.
Πέρασε η μέρα, όπως όπως...Και το βράδυ...Αίμα!
Νοσοκομείο επειγόντως!
Εισαγωγή... Ακινησία...Ενέσεις...Φάρμακα. Δεν έπρεπε να γεννήσω τώρα, έπρεπε να κλείσω τον όγδοο πάση θυσία.
Ο...¨Αγαπημένος¨μου...Άφαντος!
Περάσανε δέκα μέρες. και ένα απόγευμα… ξανά αίμα. με πήγαν οι γιατροί στο χειρουργείο για τη γέννα, είχα μπει πια στον ένατο.( ήταν κανονισμένη η γέννα μου για την επόμενη έτσι κι αλλιώς.) η μάνα μου είχε φύγει για Θεσσαλονίκη την επόμενη που μπήκα στο νοσοκομείο, γιατί δούλευε. η κ Μ ηρθε μια δυο φορές να με δει, είχε οικογένεια να φροντίσει η γυναίκα, και δεν ήταν και δίπλα. Ετσι ολομόναχη έζησα την πιο δύσκολη... αλλά συνάμα...την πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωης μου.
Την γέννηση της Πρώτης μου κόρης!!!
Μια βδομάδα μετά που γυρίσαμε στο σπίτι, ηρθε ένα γράμμα από τον ¨μπαμπά¨ ( ο οποίος ήταν πια στον Έβρο με μετάθεση)
Έλεγε επί λέξη...Να Ζήσει το νεογέννητο!!!
Αυτό!!
Ξαναγύρισε η μαμά μου να με βοηθήσει στις πρώτες μέρες με το μωρό, και μόλις πήρα μισό σαράντισμα, τα μαζέψαμε, και πήγα μαζι της στη Θεσσαλονίκη.


Τώρα... είχα να αντιμετωπίσω άλλο θέμα.
Την αντίδραση του πατέρα μου, ( που είχε δηλώσει στη μάνα μου ότι αν βρεθώ μπροστά του... θα με τσακίσει) και που το μόνο που ήξερε ήταν... ότι έχω ένα μωρό... και ότι παντρεύτηκα πριν μερικές μέρες, τα πώς... και τα γιατί... ακόμα δεν ξέρω πως του τα μπάλωσε η μάνα μου αλλά... Είναι μια άλλη ιστορία.

Σάββατο 24 Μαΐου 2008

Εξομολογήσεων συνέχεια…Πλησιάζοντας η ώρα του… χαμένου ονείρου!







Τόπε και τόκανε….
Κάτι είχε στο μυαλό της, αλλά δεν τόλεγε. Ώσπου μια μέρα, μου λέει : Ντύσου. Θα πάμε κάπου. Που; Ρωτάω εγώ. Στο στρατόπεδο ….απαντάει ! Και τότε μου αποκαλύπτει πως ο διοικητής του στρατοπέδου, ήταν συγγενής της. Μια και δυό ..πάμε στο στρατόπεδο. Εγώ ήμουν αρκετά φοβισμένη, και ντρεπόμουν κιόλας γι αυτή την εξέλιξη. Μπαίνουμε στο γραφείο του διοικητή, τρεμάμενη εγώ, και η ‘ γυναίκα ‘ του λέει : To και το . Τον φωνάζει λοιπόν ο διοικητής, και τον ρωτάει : την ξέρεις αυτή την κοπέλα; Ναι την ξέρω κύριε διοικητά. Για πες μου, το παιδί που θα γεννήσει είναι δικό σου; Δεν ξέρω, κύριε διοικητά. Και γιατί τότε η κοπέλα λέει πως είναι δικό σου; Μμμμ…να… κύριε διοικητά θέλει να με παντρευτεί. Δε μου λες, λέει ο διοικητής, έχεις 100 δραχμές στην τσέπη σου; Όχι κύριε διοικητά. Τότε γιατί αυτή η πανέμορφη κοπέλα να θέλει να παντρευτεί εσένα; Που είσαι απένταρος. Θα μπορούσε να πει πως το παιδί είναι ενός πλούσιου, και να παντρευτεί ένα πλούσιο άντρα. Κόκαλο αυτός. Και αναγκάζεται να πει την αλήθεια. Ναι κύριε διοικητά….δικό μου είναι το παιδί. Βγείτε λοιπόν, έξω να μιλήσετε, και πήγαινε στο χωριό σου, έχεις τρεις μέρες άδεια, να βγάλεις όλα τα χαρτιά για να γίνει ο γάμος. (Όλα αυτά... μπροστά μου.) Ενοιωθα ντροπή και αηδία. Ντροπή για τη θέση που βρισκόμουν, και αηδία για εκείνον.
Που πήγε η περηφάνια μου; Τι κάνω εγώ εδώ; Θέλω να φύυυυυγωωωωωωωωωωωωω………………….
Έμεινα όμως. Έμεινα και έζησα τον εξευτελισμό ως το τέλος.
Βγήκαμε έξω, και μου λέει : Γιατί τόκανες αυτό; Γιατί…δεν μου άφησες άλλη επιλογή, απάντησα. Θα μου το πληρώσεις αυτό, να το θυμάσαι, μου είπε.
Πήγε έβγαλε ότι χρειαζόταν και γύρισε.

Σε μία βδομάδα , οι τελευταίες προετοιμασίες του γάμου τελείωσαν.….τι προετοιμασίες δηλαδή; Δεν θα γινόταν, δα, και κάνας γάμος γεμάτος όνειρα και λουλούδια… όμως όπως και να το κάνεις, ένας γάμος θα ήταν….γι αυτό, η ‘ μεγάλη αυτή γυναίκα ‘,( η κυρία Μ θα την αποκαλώ.) έψαξε … βρήκε όλες τις φίλες της, τους μίλησε,
και όλες μαζί ετοιμάζανε τον γάμο. Όμως γαμπρός και νύφη έβλεπαν με άλλο μάτι, όλα αυτά. Ο ένας αρνιόταν να λάβει μέρος στην…¨καταδίκη¨ του… και η άλλη,…εγώ δηλαδή,…τα είχε χαμένα.

Εγώ δεν ήμουν σε θέση να νοιώσω, αν έπρεπε να χαίρομαι η να λυπάμαι. Κι αν όλα αυτά που γινόντουσαν ήταν σαν να ζούσα σε ένα όνειρο η σε ένα εφιάλτη! Τα έβλεπα σα θεατής, λες και αφορούσαν κάποια άλλη.
Γιατί εγώ… είχα ονειρευτεί τον γάμο μου, όπως κάθε κορίτσι και κάθε νέα γυναίκα, ονειρεύεται , σαν την πιο όμορφη στιγμή της ζωής μου, γεμάτη χαρά, κι αγάπη.

Είχε κατέβει και η μαμά μου, και παρακολουθούσε και αυτή τα γεγονότα, γιατί οι …δραστήριες κυρίες με αρχηγό την κυρία Μ… δεν άφηναν χώρο για κανέναν άλλο. Το είχαν πάρει όλες προσωπικά, πράγμα που με παραξένευε λίγο, αλλά δεν θέλω να πω κάτι πάνω σ' αυτό. Θα τα κάνανε αυτές όλα τέλεια, για να μην έχει να πει κουβέντα ο…¨γαμπρός¨, σαν αυτή που μου είπε εχθές : Κοίτα…-εγώ δεν θα κοιμηθώ εδώ μετά το γάμο. Και το είπε με το βλοσυρό ύφος που είχε πια υιοθετήσει μόνιμα για μένα ‘ ο αγαπημένος μου ‘. Γιατί; Ρώτησα…Γιατί… δεν χωράμε σε αυτό το μονό κρεβατάκι μου απάντησε , και το έβρισκε πολύ φυσικό.

Το είπα εγώ το…καρφί, στημ κυρία Μ… και… σε δυο ώρες υπήρχε στο δωμάτιο διπλό κρεβάτι (Καινούριο παρακαλώ…χωρίς τα κομοδίνα...αλλά τι σημασία είχε;) Δεν ξέρω πως από το πουθενά βρέθηκε επιπλοποιός, ο οποίος χάρισε το κρεβάτι… κοσμηματοπώλης, τις βέρες… και.. οίκος νυφικών… μπομπονιέρες, λαμπάδες (χωρίς το νυφικό γιατί… κόντευα να κλείσω τον όγδοο μήνα της εγκυμοσύνης μου, το νυφικό θα με μάρανε;…Έτσι… η κυρία Μ, βρήκε κάπου στο σπίτι της καταχωνιασμένο ένα ροζ ύφασμα… και μου έραψε στο τσακ ένα φόρεμα ( για την ακρίβεια δεν μπορούσε να το πει κανείς και φόρεμα ακριβώς!…πιο πολύ με τσουβάλι έμοιαζε…)

Τη στιγμή που οι δυο μανάδες μου βρισκόταν στο κοσμηματοπωλείο για να πάρουν τις βέρες… μπήκε μέσα μια νέα γυναίκα, πελάτισσα, η οποία άκουσε όλη την ιστορία αυτού του γελοίου γάμου…που διηγούταν οι μάνες μου στον κοσμηματοπώλη… και ρώτησε να μάθει περισσότερες λεπτομέρειες, και ότι θέλει να γνωρίσει αυτό το κορίτσι. Την φέρανε μαζί τους στην επιστροφή… και τότε γνώρισα αυτήν την υπέροχη κοπέλα που έκανε τόσα πολλά για μένα στη συνέχεια. Από φτωχή οικογένεια και η ίδια, είχε την τύχη να παντρευτεί έναν εξαιρετικό άντρα, και πολύ πολύ πλούσιο.

Μου είπε ότι θα είναι δίπλα μου σε ότι χρειαστώ, και ότι το σπίτι της ( παλάτι ήταν, δεν ήταν σπίτι) θα ήταν ανοιχτό για μένα οπότε ήθελα. Την επόμενη μέρα στάλθηκαν από κείνη.. δυο βαλίτσες- μπαούλα- πράγματα για το σπίτι. Σεντόνια, πετσέτες. κλπ προικιά… και…κρεβατάκι για το μωρό, πορτ μπεμπέ… ρουχαλάκια…και άλλη μια προίκα για το μωρό μου.

Μας κάλεσε στο σπίτι της για…τσάι..( είχα… ξαναπιεί και στο χωριό μου… τσάι σαλονάτο εγώ…χα!) και μου δήλωσε ότι δεν έχω να φοβάμαι τίποτα για τη γέννα μου, γιατί μίλησε με τον γιατρό της, και θα αναλάβει αυτός τον τοκετό. Της είπα ότι δεν φοβάμαι, και ότι δεν χρειαζόταν να γίνει αυτό, αλλά εκείνη το είχε ήδη αποφασίσει.

Και φτάσαμε αισίως ...χα! στην παραμονή του γάμου λοιπόν…

Κυριακή 18 Μαΐου 2008

Η μεγάλη ψυχή μιας γυναίκας


Να το τελειώσω αυτό, γιατί... ακόμα σαν ανοιχτή πληγή που την ξύνεις και αιμορραγεί μοιάζει.
Στην Αθήνα... έξη μηνών έγκυος.
Φεύγοντας από το στρατόπεδο η ζωή μου φαινόταν σα να μου χαμογελούσε ξανά.
Όλα θα παίρνανε το δρόμο τους, και εγώ θα γεννούσα το παιδί μου ήρεμη και ποιός ξέρει; Ίσως ευτυχισμένη με τον αγαπημένο μου να μου χαϊδεύει τα μαλλιά και να με κοιτά με μάτια που λάμπουν από ευτυχία, για αυτό το δώρο που μοιραζόμαστε, το παιδί μας.
Δεν με ένοιαζε πια που το μονό σεντόνι όσο και αν το δίπλωνα στα δυο, δεν με ζέσταινε τις κρύες ακόμα νύχτες του Μάρτη.
Μια παρέα παιδιών, φίλοι της φοιτήτριας συγκατοίκου μου, γίνανε και δικοί μου φίλοι, κάτι παραπάνω από φίλοι, φύλακες άγγελοι, καθημερινά περνούσαν πολλές ώρες μαζι μου, ελεύθερα ξένοιαστα παιδιά, περνούσαν μέρες και βράδια μαζί μου συζητώντας, και δεν έβγαιναν να διασκεδάσουν, πώς να ξεχάσω! Αυτά τα υπέροχα πλάσματα; Οι γονείς τους θελήσανε να γνωρίσουνε αυτό το κορίτσι από τη Θεσσαλονίκη, που ο άντρας της ήταν φαντάρος στην...Κρήτη ( έτσι τους είπανε τα παιδιά τους, φοβούμενα ότι αν τους έλεγαν ότι αυτό το κορίτσι θα γεννήσει ένα νόθο, θα τους απαγόρευαν να έρχονται πια. (Βλέπεις...ήμουν το κακό παράδειγμα)
Με αγάπησαν και οι γονείς, και προσπαθούσαν να δώσουν απάντηση στα ερωτηματικά που αυτόματα γεννηθήκαν, βλέποντας που, και πως ζω (ρωτώντας τα παιδιά, και εκείνα ψέμα στο ψέμα, μην τυχόν και ξεφύγει η αλήθεια, και χάσουμε αυτή την υπέροχη σχέση που είχαμε δημιουργήσει μέρα τη μέρα)
Μια μάνα όμως... επέμενε, διαισθανόταν ίσως, και ρώταγε και ξαναρώταγε τις κόρες της, και πότε απολύεται ο άντρας της κοπέλας; Και που; Και πως... και γιατί...μα καλά γιατί δεν έχει ούτε τα απαραίτητα; Γιατί είναι φτωχή απαντούσαν εκείνες. Μα... ποσό φτωχή πιά; Δεν είχε μια κουβέρτα στην προίκα της; Μου έστειλε κουβέρτα. Με καλούσε κάθε μεσημέρι για φαγητό στέλνοντας πότε το ένα κορίτσι πότε το άλλο, ποτέ δεν πήγα, ντρεπόμουν. Άρχισε να έρχεται μόνη της για να με πάρει, (πότε έβρισκα τη μια δικαιολογία πότε την άλλη για να μην πάω) γιατί κορίτσι μου δεν έρχεσαι; Γιατί διστάζεις; Εγώ σαν κόρη μου σε βλέπω, έχω δυό, και εσύ είσαι η τρίτη, δε με λυπάσαι να πηγαινοέρχομαι μεγάλη γυναίκα;
Τη λυπόμουν. Μα πιο πολύ την ντρεπόμουν.
Ντρεπόμουν που την κορόιδευα, και που εξ αιτίας μου την κορόιδευαν και τα παιδιά της.
Έτσι ένα μεσημέρι που είχε έρθει πάλι να με πάρει, δεν άντεξα.
Της είπα όλη την αλήθεια. Ήξερα πια, είχα καταλάβει, ότι η αλήθεια μου δεν θα ήταν λόγος να χαθούμε με τα παιδιά, αυτή η γυναίκα όχι, δεν θα το έκανε αυτό, αυτή η γυναίκα ήταν... ¨Μεγάλη γυναίκα¨
Όσο διηγόμουν εγώ την αλήθεια μου, τα δικά της μάτια με κόπο προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυα που ανέβαιναν όλο και πιο επίμονα.
Όταν τελείωσα, αυτή η μεγάλη γυναίκα, αυτός ο μεγάλος άνθρωπος, ήρθε κοντά μου με τα χέρια ανοιχτά σε αγκαλιά, με έσφιξε γερά, ζεστά.
Γιατί κορίτσι μου δεν έλεγες τίποτα τόσο καιρό; Ντρεπόμουν.
Τι ντρεπόσουν παιδί μου; Εσύ πρέπει να ντρέπεσαι; Εσύ πρέπει να έχεις ψηλά το κεφάλι, εσύ κορίτσι μου είσαι η ζωή.
Και... που είναι τώρα αυτός; Της είπα ότι ακόμα περιμένω... πέρασε η μια βδομάδα, πέρασε δεύτερη, τρίτη, πέμπτη, πέρα από δυό τηλεφωνήματα ζοχαδιασμένα, δεν είχα νέα του, Α... και ένα τηλεφώνημα από τον μεγάλο του αδερφό, έλα βρε...τι να παντρευτείτε τώρα; Τι νυφικό θα βάλεις με την κοιλιά στο στόμα; Άσε να γεννήσεις πρώτα, και μετά γίνεται ο γάμος, και αναγνωρίζεται και το παιδί...να προλάβουν και οι δικοί μου να ετοιμαστούν...
Λες; Ναι μωρέ... ας γεννήσω πρώτα καλά λες.
Τα διηγήθηκα όλα αυτά στην δεύτερη μαμά μου... και... ούρλιαζε.
Παιδί μου; ποσό αφελής μπορεί να είσαι; Δεν κατάλαβες ότι πάνε να σου τη φέρουν; Άμα γεννήσεις σιγά μη σε παντρευτεί.
Ε... άμα το κάνει αυτό... τι να κάνω εγώ; Εγώ του είπα...
Λοιπόν! Σε μια εβδομάδα θα είσαι παντρεμένη. Δεν θα τον αφήσω εγώ αυτόν να αλωνίζει και εσύ να τραβάς του Χριστού τα πάθη. Έχει και αυτός ευθύνη και αφού δεν εννοεί να την αναλάβει, Θα του δείξω εγώ... πόσα απίδια χωράει ο σάκος.

Σάββατο 17 Μαΐου 2008

Αντε βρέ...Καλά στέφανα.


Περνούσαν οι μέρες και οι νύχτες, εκεί που κρυμμένη από όλους και όλα,θλιβερά, μονότονα, με χρόνο για πολύ σκέψη. Σκέψη για το μέλλον, όχι το δικό μου,εγώ θα είχα το παιδί μου.
Με πόναγε βέβαια που εγκατέλειψα της σπουδές μου, αλλά το να γίνω μάνα ήταν για μένα πιο σημαντικό ακόμα και από αυτο, την πιο μεγάλη αγάπη της ζωης μου, το θέατρο.
Ούτε με ένοιαζε το...ποιος θα με πάρει με ένα παιδί, και μάλιστα εκτός γάμου, και...(χεσμένους τους είχα όλους όσους θα λέγανε, να.. κοίτα αυτήν, έκανε παιδί χωρίς να είναι παντρεμένη, ποιος ξέρει τι πουτάνα είναι.θα ξέρει άραγε και ποιανού είναι το παιδί; Γιατί αν ήξερε, θα τον έπαιρνε κιόλας) Το παιδί όμως;
Τι χρώσταγε να πληρώσει όλη αυτή τη σκληρότητα;
Αφού... η ¨έντιμη¨ και θεάρεστη κοινωνία μαστιγώνει ότι ξεφεύγει από το καλούπι, και δεν της είναι αρεστό.
Θα πάει στο σχολείο, και θα το δαχτυλοδείχνουνε, να το μπάσταρδο! Αν είναι αγόρι, θα πάει στο στρατό, ο μπάσταρδος που υπηρετεί την πατρίδα (η πατρίδα τον δέχτηκε να την υπηρετεί, δεν φρόντισε όμως να τον βοηθήσει να μεγαλώσει όπως όλα τα άλλα παιδιά, χωρίς το στίγμα του μπαστάρδικου, δεν έκανε νόμους για να το προστατέψει)
Όχι! Το παιδί μου δεν θα τα περάσει αυτά!
Το παιδί μου θα έχει όνομα!!!Το όνομα του πατέρα του!!!
Ναι ρε... αγάμητες καριόλες, ξέρω ποιος είναι ο πατέρας του.
Ένα βράδυ, που η μάνα μου είχε έρθει να με δει, της δήλωσα!
Αύριο θα κατέβω στην Αθήνα.
Τι να κάνεις στην Αθήνα κορίτσι μου; Θα πάω να παντρευτώ!
Μα... αφού αυτός... Εγω, θα πάω και θα τον βρώ.
Θα αναγνωρίσει το παιδί του θέλει δε θέλει!Και που θα τον βρεις; Αυτός είναι φαντάρος τώρα.Θα τον βρω. Δεν ξέρω που αλλά θα τον βρω!!!
Τι να σου πω παιδάκι μου, κάνε ότι σε φωτίσει ο θεός. ( ο θεός, για την ακρίβεια ο παπάς, είναι η αιτία που η μάνα μου στάθηκε κοντά μου τότε, γιατί όταν έμαθε ότι ήμουν έγκυος, το πρώτο πράγμα που έκανε μετά το σοκ, ήτανε να πάει στον πνευματικό της, και να τον συμβουλευτεί. Και αυτός της είπε...
Το παιδί θα το κράτηση. Θα τη βοηθήσεις να το κράτηση!Δεν θα την κάνεις φόνισσα.
Γιατί το κρίμα θα είναι πάνω σου, εκείνη είναι παιδί.Όχι ότι θα έκανα έκτρωση, αν η μάννα μου έλεγε να την κάνω...)
Ξεκίνησα την άλλη μέρα, αποφασισμένη να ψάξω κάτω από κάθε πέτρα για να τον βρω, δεν ήξερα τι θα έκανα το μόνο που ήξερα ήταν ότι το παιδί μου θα είχε το όνομα που του ανήκει.
Γύρισα όλα τα στρατόπεδα της αττικής -ήξερα ότι κάπου εκεί ήταν- στο τελευταίο, και με τις ελπίδες μου σμπαραλιασμένες τον βρήκα.
Εντύπωση μου έκανε η αντιμετώπιση του, είχαμε να συναντηθούμε 4 μήνες, ερχόμενος προς εμένα κοντοστάθηκε με κοίταξε από πάνω ως κάτω, στάθηκε στην κοιλιά μου, και με πήρε αγκαλιά. Τόσο απλό ήταν; Λες να μετάνιωσε και να με έψαχνε, για να μου πει ότι με αγαπάει και θέλει να μεγαλώσουμε μαζι το παιδί μας, αλλά δεν ήξερε που να με βρει;
Σιγά κι μη! Το κράτησες τελικά ε;
Γιατί σου κάνει εντύπωση; Δεν σου το είχα πει; Ναι, αλλά δεν το πίστεψα ότι θα το έκανες. Και τώρα; Τι γίνεται τώρα; Ρώτησε. Άκουσε...Δεν με ενδιαφέρει να σε παντρευτώ για να ζήσουμε μαζί αν δεν ενδιαφέρει και σένα, και υστέρα από τη συμπεριφορά σου, εκείνο που θέλω είναι το παιδί μου να μη γεννηθεί νόθο,γι'αυτό βρες τη λύση.Και πια είναι αυτή;
Είναι... να παντρευτούμε τη μια μέρα, και την άλλη να κάνουμε αίτηση διαζυγίου ( δεν ξέρω, αλλά τότε νομίζω δεν γινόταν αναγνώριση του παιδιού από τον πατέρα χωρίς γάμο, έτσι ήξερα τότε τουλάχιστον)αλλιώς...
Καλά, δώσε μου λίγο χρόνο, καμιά βδομάδα, να μιλήσω στους δικούς μου, να τους προετοιμάσω.
Πάρε τον χρόνο σου, και έλα να με βρεις όταν όλα είναι εντάξει.




Θα επανέρθω, με τα καθέκαστα του πιο γελοίου γάμου που έγινε ποτέ.

Δευτέρα 12 Μαΐου 2008

Εξομολογήσεις



Ήμουν δεν ήμουν, δεκαεπτά.
Δεν κατάλαβα τίποτα, πήγα στο γιατρό για κάτι ενοχλήσεις που είχα, ούτε πήγε εκεί το μυαλό μου. Έγκυος... λέει ο γιατρός, τριών μηνών έγκυος.
Τίποτα δεν είχα καταλάβει το ζώων. Δεκαεπτά παρά κάτι χρόνων παιδί...
Τι ευτυχία ένιωσα θεέ μου.... θα κάνω μωρό!Ένα δικό μου μωρό!! Θα το ταΐζω, θα το πλένω, θα το παίζω, και θα το λατρεύω. Θα του δώσω όλα όσα εμένα μου στέρησαν.
Μέχρι εκεί!Ούτε καν πέρασαν από το νου μου οι δυσκολίες που θα συναντούσα μπροστά μου, σιγά μη με ένοιαζε.
Εγώ θα γινόμουν μανούλα!!!
Χμμμμ, Βγαίνοντας από το ιατρείο στο δρόμο χοροπήδαγα. Κυριολεκτικά χοροπήδαγα.
Μπήκα στο πρώτο μαγαζί με παιδικά που βγήκα μπροστά μου, και ξόδεψα τα λιγοστά μου λεφτουδάκια αγοράζοντας ζιπουνάκια, δεν υπήρχαν τότε τα ολόσωμα φαρμάκια.
Μετά... πήγα στον ΄μπαμπα΄και τον ενημέρωσα!Και τι θέλεις να γίνει τώρα; Ρώτησε...
Να παντρευτούμε, είπα... Είσαι τρελή;
Εγώ έχω στρατιωτικό μπροστά μου, να πας να το ρίξεις, έχουμε καιρό να κάνουμε παιδιά. Χρειαζόταν να ακούσω κάτι άλλο; ξεκίνησα για την πορτα,Την άνοιξα, πριν βγω του είπα...Δεν θα ξαναρθώ, εσύ να ξέρεις όμως ότι αυτό το παιδί θα γεννηθεί.
Έπρεπε να βρω συμπαράσταση από κάπου, από που αλλού λοιπόν αν όχι από τους γονείς μου; Το είπα στη μαμά μου, η οποία, όσο και αν ήταν σκληρή μαζί μου, σε Κανά δυο σοβαρές περιπτώσεις στη ζωή μου όπως αυτή... θα ήμουν αχάριστη αν έλεγα ότι δεν μου συμπαραστάθηκε. Ο πατέρας μου το έμαθε μετά που γέννησα.
Με έκρυψε σε μια γνωστή της η μάννα μου με χίλιες δυο δικαιολογίες για τον πατέρα μου.Μέχρι πέντε μηνών εμφανιζόμουν στο σπίτι, μετά ήταν επικίνδυνο να το καταλάβει και ίσως είχαμε τραγωδίες. Πέσανε τότε δίπλα μου από το πουθενά, γιατροί, μαίες, οικογένειες.
Να το δώσεις το παιδί. Είναι δύσκολη η ζωή, δεν θα τα καταφέρεις μόνη σου με ένα παιδί...Σκέψου εκείνο, το καλό του, αν το δώσεις, θα μεγαλώσει καλά, με ανέσεις που δεν θα έχει κοντά σου και... μπλα... μπλα... μπλα....
Βρε άντε.... να γαμηθείτε που θα μου πάρετε το παιδί μου!!!
Ήμουν δεκαεπτά παρά....Άπορη, Χωρίς δραχμή στην τσέπη, χωρίς σπίτι χωρίς... χωρίς...χωρίς....Στον έβδομο μήνα κατέβηκα στην Αθήνα.
Μάρτιο μήνα σκεπαζόμουν με ένα σεντόνι μόνο. Το άλλο το έκανα κουρτίνα.
Κρύωνα!!! Έτρωγα μπισκότα, αυτά μπορούσα να αγοράσω με τα ψιλά που μπορούσε η μάννα μου να μου δίνει από το υστέρημα της.
Γέννησα ολομόναχη!!!
Όταν συνήρθα από τη νάρκωση, και πήγα να δω το παιδί μου στο θάλαμο έξω από το τζάμι, ξέσπασα σε λυγμούς, μια λέξη επαναλάμβανα.Κοριτσάκι μου!!!
Το κοριτσάκι αυτό, είναι μεγάλη γυναίκα πια, όμορφη, τρυφερή, δυνατή, είναι το κορίτσι αυτό που πάλεψε για να γίνει μανούλα.
Ποτέ!
Ούτε στιγμή δεν έχω μετανιώσει για την απόφαση που πήρα τότε, κοριτσάκι στα δέκα επτά παρά κάτι. Με όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισα, που...( γεμίζουν δέκα τόμους.)
Ούτε μια στιγμή δεν το μετάνιωσα!!!
Το παιδί μου δεν γεννήθηκε εκτός γάμου.
Δώδεκα μέρες πριν γεννήσω παντρεύτηκα τον πατέρα της.
Μεγάλη ιστορία...

Αυτό το μετάνιωσα!!!

Παρασκευή 2 Μαΐου 2008

Κατεψυγμένα Μωρά!

Είναι καιρός που με απασχολεί το θέμα, και όχι χωρίς λόγο βέβαια.
Ωραία λοιπόν... H εξωσωματική γονιμοποίηση βοηθάει πολλά ζευγάρια να αποκτήσουν το παιδάκι που τόσο λαχταρούν, άσχετα με τα άπειρα προβλήματα που ενδεχομένως παρουσιαστούν.
Και μεγαλώνει το παιδάκι με μοναδική φροντίδα και αγάπη.
Τα άλλα παιδάκια όμως; Τα αδελφάκια του...
Εκείνα που... μπήκαν στον καταψύκτη. Για...καβάνζα... !!!
Σε περίπτωση που θελήσει το ζευγάρι να κάνει και άλλα παιδάκια...;
Και που όμως... για κάποιο λόγω δεν γίνεται, η... δεν το αποφασίζει.
Που είναι το πρόβλημα; θα πει ίσως κάποιος, πάει το ζευγάρι...και παίρνει τα παγωμένα έμβρυα. Μια κουβέντα είναι αυτή!!
Τα παίρνει λοιπόν! και τι τα κάνει; τα πετάει στα σκουπίδια;Λέει στο κέντρο που φυλάσσονται δεν τα... χρειαζόμαστε καταστρέψετε τα;
Πέρα από το συναισθηματικό όμως, το πρόβλημα μου είναι άλλο.Εκείνοι θα το κάνουνε; Θα τα καταστρέψουν; Η... θα το υποσχεθούν, και στην πρώτη ευκαιρία θα τα τοποθετήσουν έναντι αδράς αμοιβής φυσικά σε μια ξένη μήτρα; Τη λαχτάρα αυτόν των ανθρώπων εκμεταλλεύονται.
Παράδειγμα, όταν γίνεται η διαδικασία τις ωορρηξίας διαλέγουν τα ποιο καλά και υγιή για να γίνει η γονιμοποίηση, τον αριθμό κανένας δεν τον ξέρει.
Λένε, πχ... έχουμε οκτώ, εσύ χρειάζεσαι ένα δυο (δεν θυμάμαι πόσα ακριβώς) ξέρεις... υπάρχουν γυναίκες που δεν έχουν καθόλου ωάρια, μπορείς να κάνεις μια καλή πράξη και να δωρίσεις μερικά. -Σου λέει ο…καλός αυτός άνθρωπος, που σε βοήθησε να μείνεις έγκυος )
Εσύ... μέσα στη λαχτάρα σου... την αγωνία...
Και συναισθηματικά ένα ράκος από όλη αυτή την ταλαιπωρία που έχει υποστεί το σώμα και η ψυχή σου, σκέφτεσαι... Ας βοηθήσω και μια άλλη γυναίκα να γίνει μάνα, και...βλακωδώς λες ναι!!!
Σου δίνουν και ένα χαρτί να υπογράψεις, -και είναι μια χαρά τυπικότατοι νομικά.-
(Προσωπικά, τίποτα δεν θα με πείσει, ότι οι ίδιοι τα χαρίζουν, για να κάνουν την καλή τους πράξη.) Να το το αρχικό εμπόριο.
Δεν ξέρω βέβαια... αν αυτό το ωάριο που θα γονιμοποιηθεί από ένα άλλο σπέρμα, και γεννηθεί ένα άλλο παιδί, έχει κάποια σχέση, η συγγένεια με το παιδί της μάνας που χάρισε τα ωάρια. Γιατί αν υποψιαστώ ότι έχει...
Φυσικά δεν τους βάζουμε όλους τους γιατρούς στο ίδιο τσουβάλι!Πόσοι όμως είναι εκτός... τσουβαλιού; Και που είναι; που τους βρίσκει κανείς;
Ο δικός μου φόβος είναι για... τους εντός τσουβαλιού, και από ότι φαίνεται αποτελούν την πλειοψηφία. Εδώ προκύπτει το πρόβλημα.
Μεγαλώνουν τα δυο παιδιά, ξένα μεταξύ τους,σε άλλη γειτονιά, σε άλλη πόλη, ενδεχομένως και σε άλλη χώρα.Τα φέρνει όμως η μοίρα και συναντιόνται.
Ένα είναι σίγουρο!Μεταξύ τους υπάρχει έλξη.
Ακαθόριστη. άλλα υπάρχει.
Και τότε; Τι γίνεται τότε; Ερωτεύονται; παντρεύονται και κάνουν παιδιά;
και...τι παιδιά κάνουν; Με τρομάζει όλο αυτό!!!
Μερικές φορές με φοβίζει όλη αυτή η πρόοδος της ιατρικής.
Υπερβολές;

Τετάρτη 23 Απριλίου 2008

Οι αναμνήσεις γίνανε βόλια


Ξύπνησα με μια περίεργη διάθεση σήμερα.
Μια νοσταλγία. έναν πόνο. ένα κενό. και μια σκέψη να μου τρυπάει το μυαλό.
Τόσοι άνθρωποι, τόσες γνωριμίες, τόσες φιλίες, που πήγαν;
Ηρθαν στη σκέψη μου στιγμές από τα παλιά, χρόνια πριν, άνθρωποι που δεν θυμάμαι καν το πρόσωπο τους, αλλά όσο θολή και να΄ναι η εικόνα τους... οι στιγμές –η κάποιες από τις στιγμές που ζήσαμε μαζί, είναι ακόμα εκεί.
Τι γίνεται και αλλάζουμε έτσι οι άνθρωποι;τι είναι αυτό που μας κάνει, τους ανθρώπους που αγαπήσαμε, ζήσαμε, ονειρευτήκαμε μαζί τους, τώρα ούτε ξέρουμε που βρίσκονται, η ακόμα χειρότερα, δεν θέλουμε να τους ξέρουμε;
Ξέρω ξέρω... αλλιώς τους περιμέναμε και αλλιώς ήταν, θα μου πει κάποιος.
Μα... όταν τον συναναστρεφόμασταν, αυτός προσποιούταν; κι αν ναι γιατί; (τι έχει κάποιος να κερδίσει παρουσιάζοντας κάτι άλλο από αυτό που είναι; αυτό είναι κάτι, που ποτέ δεν πρόκειται να το καταλάβω!)
Η εμείς... είτε από αδιαφορία, από εγωισμό, η αφέλεια και καλή πρόθεση δεν προσέξαμε;
Μήπως εμείς αλλάξαμε;
μήπως η ζωή, τα προβλήματα, τα χρόνια που περνώντας αφήνουν σημάδια, - όχι μόνο στην εμφάνιση- μας έκαναν να αλλάξουμε συμπεριφορά και χαρακτήρα, και να τα βλέπουμε όλα παράξενα;
Που είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που άνοιξα την καρδιά μου και τους έβαλα μέσα;
Που είναι όλοι εκείνοι οι φίλοι, που τρώγαμε, πίναμε, και κοιμόμασταν μαζί χαράματα πια, αφού όλη τη νύχτα διηγούμασταν τα γεγονότα της ζωής μας, και πλάθαμε καινούρια όνειρα; όνειρα κοινά.
Και οι έρωτες;
Που είναι όλοι εκείνοι, που νύχτες και μέρες ατελείωτες, τους ψιθύρισα σαν σε πυρετό, Σ΄αγαπω;
Εκείνοι που με αγάπησαν που πήγαν; και τα βλέμματα που κάποτε λάμπανε όλο φως πως έγιναν σκοτεινά και άδεια; πως γίναμε ξένοι;
Με πονάνε τόσο αυτές οι απουσίες...
Τόσο, που μερικές φορές όπως και σήμερα, δεν το αντέχω το κενό που άφησαν, εκείνες, η τότε αγαπημένες παρουσίες.
Μου λείπουν αυτοί που αγάπησα.
Μου λείπουν κομμάτια της ζωής μου
Μου λείπουν στιγμές των αναμνήσεων μου!!!

Κυριακή 20 Απριλίου 2008

Διαστροφές, Καταστροφές...

Αυτός, 29 ετών σήμερα, όμορφος, χαμένος στην κοσμάρα του, προβληματικό παιδί απο μικρό, χωρισμένοι οι γονείς, μια αδιάφορη μητέρα με περίεργες ερωτικές προτιμήσεις. το παιδί ζει με τον πατέρα αλλά το σκάει με το παραμικρό και τρέχει στη μάννα η οποία γρήγορα γρήγορα το επιστρέφει (το... αντικείμενο)

Εφηβεία δύσκολη, αλητεία μπλεξίματα κλοπές, μια σχέση και ένα παιδί. Φυλακή.

Δεύτερη σχέση, άλλο παιδί, κλοπές, επιστροφή στη φυλακή.

Τρίτη σχέση, με μια σαραντάρα, και ταυτόχρονα με μια δεκαωχταρα μαθήτρια, την κόρη της!!!

Έγκυος η μικρή, δεν φανερώνει τον πατέρα στην αρχή τουλάχιστον, σε ερωτήσεις του συγγενικού της περιβάλλοντος είπε ότι σε ένα πάρτι ήπιε πολύ μέθυσε, και δεν ξέρει τίνος είναι το παιδί.

Αυτός όμως... Στη φυλακή ξανά...Σε μια επίσκεψη που του έκανε η μάννα ερωμένη, τις το ξεφούρνισε, ότι το παιδί της κόρης της, είναι δικό του (μεταξύ μας πιστεύω ότι εκείνη το γνώριζε ήδη) χωρίσανε, (για ένα μήνα) αυτός αποφασίζει να γυρίσει στον πατέρα, νοικιάζεται μεγαλύτερο σπίτι και είναι σε αναμονή της... αποφυλάκισης του, η ερωμένη μάννα όμως, ξεχνάει; συγχωρεί; αδιαφορεί; οι επισκέψεις συνεχίζονται σε εβδομαδιαία βάση, η επιστροφή στον πατέρα μάλλον ματαιώνεται ( αυτός ο δύστυχος πρέπει τώρα να βρει μικρότερο σπίτι αφού μόνος του θα μείνει τελικά).

Και εγώ αναρωτιέμαι, θα πάει να ζήσει στο σπίτι αυτό που ζει η μάννα ερωμένη, η κόρη με το μωρό, και η μικρότερη κόρη της ( αυτή ακόμα έμεινε ανέπαφη, για πόσο άραγε;) με πια θα ζει στην πραγματικότητα; σε ποιανής το κρεβάτι θα ζεσταίνει την άδεια δυστυχισμένη του ψυχή; μήπως και με τις δυο μαζί; τι σχέδιο καταστρώθηκε; τι ¨όνειρα¨ διεστραμμένα έχουν εξάψει τη φαντασία τους;

Τη είδους μάνα είναι αυτή, που ξέρει, δέχεται, και συμμετέχει; (για να μην πω και...οργανώνει;) τι βρώμικο... πόσο σάπιο μυαλό την κυβερνάει;

Ποιο μακάβριο τέλος περιμένει άραγε, αυτό το... αρρωστημένο τρίο;

Και... το θύμα, τι μέλλον διαγράφετε γι’αυτο το άμοιρο, αθώο πλασματακι;

Θα ρίξει φωτιά ο θεός να μας κάψει, όπως θα έλεγε η μάννα μου.


Η ιστορία διαδραματίζεται σε ξένη χώρα. και κανένα από τα πρόσωπα δεν είναι έλληνας.

Πέμπτη 17 Απριλίου 2008

Νοικοκυρές σε υστερία





Πάει η μέση μου, γυρτή περπατάω, κοψομεσιάστηκα ντε!


Τι τα’θελα αυτά εγώ; καλά δεν καθόμουνα στα αυγά μου; έκανα τις δουλίτσες μου όποτε μου έκανε κέφι, κι αν δεν μου έκανε χέστηκα, όποτε!

Σάματις την πεθερά είχα να μουρμουράει; όχι δεν την είχα, έξυπνο κορίτσι είμαι (λέμε τώρα) φρόντισα να μην έχω, ούτε πεθερά αλλά... ούτε και γιο, που να την έχει μάνα.

Σε ποιον είχα να απολογηθώ άμα τα τζάμια τα έκανα την επόμενη βδομάδα,
μήνα
, χρόνο; αιώνα; Σε κανέναν!

Έλα όμως που...

Εγώ...καλημέρα Ελένη, τι κάνεις;

Ελένη. τι να κάνω; άσε έχω πεθάνει δυο βδομάδες καθαρίζω το σπίτι και τελειωμό δεν έχει...
( τι στο καλό, σε ανάκτορο μένει; εγώ βλέπω ένα κανονικό σπίτι των 90 άντε 129 τμ, δε μπορεί! θα έχει σκάψει και κάνα δυο υπόγεια λαθραία, μετά σου λέει...

Εγώ. έλα βρε λιτσα χάθηκες που είσαι τόσες μέρες και δε σε βλέπω;

Λ. μην τα συζητάς καθάρισα το σπίτι, ξέστρωσα τα χαλιά τα έπλυνα, σήμερα πήρα ανάσα.

Ε. έλα βρε... όλα μαζί έπρεπε να τα κάνεις;

Λ. Τι λες βρε; Πάσχα έρχεται έτσι θα το άφηνα το σπίτι;

Όπου και να ρίξω το μάτι μου...
Η μια βάφει, η άλλη καθαρίζει, η παρακάτω ξεσηκώνει, χωριό δεν ήθελες καλό μου; έτσι κάνει ο κόσμος στα χωριά.

Ανασκουμπώθηκα λοιπόν και γω, (τι, καλύτερες νοικοκυρές είναι αυτές από μένα; τώρα θα τους δείξω εγώ!)

Δεν τους έδειξα όμως, εγώ είδα! και τα είδα όλα!

Αυτή τη στιγμή είναι όλα στη μέση, η κουρτίνες πλύθηκαν, παράθυρα παντζούρια πεντακάθαρα, εγώ όμως τα έχω παίξει, τέλος για σήμερα. το πότε θα συμμαζευτεί αυτό το αχούρι, ένας θεός το ξέρει.

Αχ.. που είναι οι εποχές που σε μια μέρα ξεσήκωνα το σπίτι και το έκανα φύλο και φτερό;

Με κακοφαίνεται μετά όταν με λένε εκ (παραδρομής χαχα) κυριούλα, εμ... τι σκατά είμαι;
τι; επειδή θέλω να λέω ότι είμαι ακόμα κοριτσάκι; άντε καλέ...κοριτσάκι με έμπλαστρο;

Από την άλλη... ας μου προτείνει κανένας νόστιμος ¨κυριούλης¨ να βγούμε το βράδυ, να δεις πως φεύγουν και τα έμπλαστρα και οι πόνοι, να δεις για πότε μεταμορφώνεται η κουρασμένη κυριούλα, σε λαμπερό θηλυκό, όλο νάζι και σκέρτσο...

Όρκο έκανα πάντως σήμερα!

Δεν πα να βουρλίζονται οι κατά τα αλλά συμπαθέστατες συγχωριανές μου, και να συναγωνίζονται η μια την άλλη σε προκοπή, λες και...όσο περισσότερες βδομάδες κρατάει η πασχαλινή λάτρα τόσο πιο νοικοκυρά είναι η άλλη.
Εγώ θα κάνω τις δουλειές μου όταν και όποτε γουστάρω.
και αν δεν είμαι προκομμένη σαν αυτές, ας μου γυρίσουν πίσω τα προξενιά, Α μα πια...

Και επειδή τα πήρα τώρα... Σιγά μην κάτσω να κάνω τσουρέκια και μαλακίες, απέναντι είναι ο φούρνος.

Μόνο κόκκινα αυγά θα βάψω έτσι για το καλό, και... του χρόνου.

Είδες που σου έλεγα Αχτιδουλα μου; να βρε... την βρήκα την αφορμή να τη γλιτώσω και φέτος η άχρηστη.

Τετάρτη 16 Απριλίου 2008

Απαντώντας στην Παναγιώτα, είπα ότι δεν είμαι ζωόφιλη, και δεν είμαι.

Γράφοντας όμως ξεπήδησαν αναμνήσεις, και ανακάλυψα πότε έπαψα να είμαι, όχι ότι πριν μάζευα αδέσποτα, αλλά γάτες και σκύλο πάντα είχα στο σπίτι μου, και όχι στο μπαλκόνι αλλά μέσα, μέλος της οικογένειας.

Έκλαψα, και ακόμα κλαίω όταν σκέφτομαι τον ρουμπι μας ένα σκυλί άνθρωπο, που η απανθρωπιά των «ανθρώπων» τον έστειλε σε καταπράσινα λιβάδια κάπου ψιλά, η χαμηλά, δεν ξέρω, μακριά όμως από την αγάπη μας.


Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια μέχρι να μπορώ πια να βάλω άλλον στη θέση του, και αυτό έγινε εντελώς απρόσμενα, όταν ένα απόγευμα γυρνώντας από την επίσκεψη σε μια φίλη, τον είδα στην άκρη του δρόμου να σέρνει τα βήματα του, ακολουθώντας με, ήταν ματωμένος και κάτι κρεμόταν από πίσω του, ήταν τα έντερα του η κάτι τέτοιο δεν θυμάμαι πια, θυμάμαι όμως ότι όταν έφτασα στο σπίτι αυτός ήταν εκεί, πίσω μου, δεν χρειάστηκε να σκεφτώ πολύ τον ανέβασα πάνω τον τάισα τον φρόντισα, και έψαξα να βρω γιατρό επειγόντως, είχε ήδη νυχτώσει όταν μια κτηνίατρος έφυγε από τη ζεστασιά του καναπέ της και ήρθε στο ιατρείο της να δει αυτό το ζωντανό, που από ότι φαινόταν ήταν από ¨σπίτι¨ που μόλις αρρώστησε το πέταξε.

Θεραπείες κόντρα θεραπείες, εγχείρηση τελικά, και έγινε ένας υγιέστατος κούκλος.

Επιστρέψαμε σπίτι χαρούμενοι που επιτέλους όλα πήγαν καλά.


Την άλλη μέρα ανοίγοντας την πόρτα κάποιος από μας να μπει η να βγει, ο υγιής πλέον σκύλος, την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια.

Έφυγε!

Εξαφανίστηκε!!!

Πόνεσα, θύμωσα, και ορκίστηκα, όχι ξανά σκυλί στο σπίτι, μου φτάνουν οι πίκρες από τους ανθρώπους, δεν μου χρειάζονται και από τα ζώα

Εγωιστικό;

Ίσως, από εκείνη τη μέρα πάντως εγώ έπαψα να θέλω ζώα κοντά μου.

Όταν το λέω αυτό οι δικοί μου άνθρωποι, δεν το πιστεύουν, εσύ; εσύ δεν αγαπάς τα ζώα; εσύ που τότε έκανες εκείνο; που την άλλη φορά έκανες το άλλο;

Ναι λοιπόν εγώ.

Τρίτη 15 Απριλίου 2008

H δική μου άνοιξη.



Γεννήθηκα την άνοιξη. Λουλουδιαστή η πρώτη ανάσα μου.
Είναι ο τόπος μου, είναι ο χρόνος μου.
Η άνοιξη. η κάθε άνοιξη. Τόσα χρόνια τώρα. Τόσες άνοιξες.
Και ακόμα η ίδια ηδονή με συναρπάζει.Κυλιέμαι σε πλαγιές με φρέσκο στάρι.
Κατρακυλώ,βυθίζομαι, χάνομαι,σε πέλαγα από κόκκινες παπαρούνες,
τις αγκαλιάζω και γίνομαι ένα μαζί τους.
Μου τρυπάει ακόμα τα ρουθούνια η ζεστή, γλυκόπικρη μυρωδιά των φυτών του καπνού.
Ο ιδρώτας αντρών και γυναικών,που σκυμμένοι με στοργή πάνω τους,
προσεχτικά μη σπάσει φυλλαράκι,τα ξεριζώνουν από το φυτώριο για να τα φυτέψουν στο χωράφι.
Τα τραγούδια, και τα τιτιβίσματα, τα κρυφά ερωτικά βλέμματα, των αγοριών και των κοριτσιών,μυστικές υποσχέσεις.
Τα παιδιά που παίζουν ανέμελα παραπέρα, και κάθε τόσο κουβαλάνε νερό,
να πιουν οι κατακόκκινοι από τον ήλιο εργάτες.
Τα άλογα και τα κάρα παραπέρα...(που τώρα αντικαταστάθηκαν από τα τρακτέρ)
Οι πασχαλιές σε κάθε αυλή,που όλες μαζί κάνουν ένα χωριό να μοσχοβολάει.
Ο κατιφές και το γεράνι. και η τσουκνίδα, που φυτρώνει σε κάθε φράχτη,σε κάθε αυλή.
Μέχρι και τα γαϊδουράγκαθα, και τα φιδόχορτα, ακόμα κι αυτά μου λείψανε.
Η μυρωδιά τις μέντας. τα βατόμουρα.που ακόμα σκαρφαλώνω να μαζέψω.
Και... Αυτό, το πιο αγαπημένο όλων,ο μοβ κρίνος,αυτό το λουλούδι έχει μια περίεργη σχέση μαζί μου, με πονάει και με λιγώνει.χρόνια είχα να το δω,
Και τώρα το συναντώ ξανά σε κάθε αυλή σχεδόν (ζήτησα και μου έφερε μια γειτόνισσα πολλές ρίζες, τις φύτεψα πρόχειρα λίγο πριν φύγω για το ταξίδι),
τώρα που γύρισα θα τις φυτέψω κανονικά.
Και άλλα πολλά λουλούδια που κάθε μέρα φυτεύω, και που έδωσαν χρώμα και ζωή, στο πολλά χρόνια εγκαταλελειμμένο σπίτι.
Το σπίτι των παιδικών μου χρόνων.
Αυτή είναι η δική μου άνοιξη.
Κάθε άνοιξη.
Χρόνια, τόσα πολλά τώρα...

Πέμπτη 10 Απριλίου 2008

Ήρθε μια βλάχα απ το χωριό, στην ξελογιάστρα Αθήνα...



Φεύγω, πάω στην πρωτεύουσα!
Είμαι μόλις 5 μήνες στο χωριό, και έχω τόσο πολύ εγκλιματιστεί, που είναι σα να μην έζησα στην Αθήνα πάνω από 30 χρόνια-με κάποια διαλείμματα που πήγα στη Θεσσαλονίκη(που είναι η πόλη που θεωρώ πατρίδα μου αφού εκεί έζησα όλη την τρέλα της εφηβείας) και εκεί ζουν οι δικοί μου άνθρωποι.
Αυτή την πόλη λοιπόν-την Αθήνα- ποτέ δεν μπόρεσα να την «χωνέψω», αν και εκεί έζησα τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου, εκεί γέννησα τα παιδιά μου, εκεί γνώρισα χαρές αλλά και μεγάλες πίκρες, κι όμως! Ποτέ δεν την ένοιωσα δικιά μου, αγαπημένη μου.
Έτσι λοιπόν τώρα αισθάνομαι περίεργα που πάω, σαν με το ζόρι, αν δεν ζούσε το ένα μου παιδί εκεί ούτε που θα πατούσα, έχω φίλους βέβαια, αλλά αυτοί οι περισσότεροι με έχουν ήδη επισκεφτεί εδώ στο χωριό, για να μην πω ότι τώρα τους βλέπω περισσότερο από όταν μέναμε στην ίδια πόλη. Έρχονται και γυρνάμε όλη την περιοχή, κάτι που από μόνη μου δεν θα το έκανα, περνάμε θαυμάσια, έχει τόσες ομορφιές η φύση...
Κάνουμε ατελείωτα ξενύχτια συζητώντας, θυμόμαστε... ονειρευόμαστε...χτίζουμε και γκρεμίζουμε.
Θα συναντήσω φίλους αγαπημένους, κάποιους όχι, γιατί τους άφησα πισω,τους έβγαλα οριστικά από τη ζωή μου. με στεναχωρεί όμως αυτό, μου δημιουργεί ένα κενό, μου φαίνεται περίεργο, σα να πάω στη γειτονιά τους, να περνάω έξω από το σπίτι τους, και να μη χτυπάω το κουδούνι, άνθρωποι που κάποτε τους αγάπησα, που ζήσαμε πράγματα μαζί. Πως γινόμαστε έτσι οι άνθρωποι...Θλιβερό.
Όμως εγώ πάω για να χαρώ! να διασκεδάσω καμία στενάχωρη σκέψη δεν θα αφήσω να με μελαγχολήσει.

Δευτέρα 7 Απριλίου 2008

Ελπίδα...



Ναι!
Έχουμε πολύ κρυμμένη δύναμη μέσα μας οι άνθρωποι.
Δύναμη που ούτε καν την φανταζόμαστε ότι υπάρχει σε μας.
Είναι να μην σου τύχει, κι άμα σου τύχει...τον φορτώνεσαι το σταυρό και τον ανεβαίνεις τον Γολγοθά σου, Κάπου θα σταματήσεις να ξ αποστάσεις ,
κάπου θα σκουπίσεις το δάκρυ που δεν αντέχει να μείνει άλλο φυλακισμένο, θα ουρλιάξει η ψυχή σου,θα βρίσεις,θα αμφισβητήσεις τον πλάστη των πάντων,
μετά θα τον ικετέψεις,να σου δώσει κι άλλη δύναμη, κι άλλο κουράγιο,να αντέξεις,να μη λυγίσεις .
Κι'ακόμα-ακόμα να χαμογελάσεις,γιατί δεν είσαι μόνη σου.... Είσαι στήριγμα, ζωές στηρίζονται πάνω σου,
και οφείλεις...οφείλεις να χαμογελάς!
Και πρέπει. πρέπει, να είσαι δυνατή.
Κι άλλο. Ακόμα πιο δυνατή....
Να γίνεις γίγαντας! Και οι άλλοι αναρωτιούνται,
μα πως μπορεί; Μπορείς!μπορείς,γιατί εσύ ξέρεις.
γιατί εσύ πονάς. Και γιατί... εσύ ελπίζεις.
Να που είναι η δύναμη. Στην Ελπίδα!!!

Τετάρτη 2 Απριλίου 2008

Δεν είσαι εσύ.


Σε ψάχνω παντού.
Πάντα.
όπως τότε κοριτσάκι έτρεχα και έμπαινα στη μεγάλη σου αγκαλιά και συ χάιδευες τις μακριές μου μπούκλες, και γω, άλλο δεν ήθελα τίποτα.
Σε ψάχνω κι ας ξέρω πως δεν θα σε βρω ποτέ. Σε αναζητώ σε άλλα πρόσωπα ξένα που κάτι έχουν δικό σου. Ένα βλέμμα ένα χαμόγελο τον τρόπο που εσύ περπατούσες....που έγερνες τους ώμους....
Μα δεν είσαι εσύ! και δεν έχω μπούκλες πια να τις χαϊδέψει κάποιος ούτε νοιάζεται αν κάτι με πονάει.ούτε διαισθάνεται το δάκρυ, που αν το αφήσω ελεύθερο θα γίνει πλημμύρα.
Τι τον νοιάζει....; Δεν είσαι εσύ,
Εσύ με άφησες. Έφυγες και ούτε σε νοιάζει για τη μοναξιά που άφησες μέσα μου.
Η... σε νοιάζει; Τότε, δίωξε μακριά μου όλες εκείνες της μορφές που κάτι δικό σου κουβαλάνε
Δεν τις θέλω πια γύρω μου. Μου ρουφάνε τη ζωή, την ενέργεια μου.
Διώξτες. Έλα ένα βράδυ και χάιδεψε μου τα μαλλιά
κι ας μη σε δω... θα σε νιώσω!
Και θα ξέρω ότι ακόμα με νοιάζεσαι.Δεν θέλω να ξανάρθω εκεί που τώρα μένεις
αφού σου μιλώ και πέφτουν κάτω οι λέξεις, και με ξεκουφαίνει ο θόρυβος που κάνουν πέφτοντας στην τοση ησυχία.
Μπαμπά μου....
Δίωξε μακριά τα φαντάσματα που με κυνηγάνε.