Πως γίνανε άραγε οι άγγελοι; Πως μπόρεσαν και κράτησαν άθικτα τα φτερά τους, Μ’ όλα τα καψαλίσματα ετούτης της ζωής; Πονώ αβάσταχτα, γιατί μου λείπουν τα όμορφα φτερά μου. Χωμάτινα όπως κι εγώ, γίνανε σκόνη, γρήγορα, και σκόρπισαν μακριά μου. Κλαίω σπαραχτικά, και μες τους οδυρμούς μου ακούω ένα ψίθυρο. Δε βλέπω τίποτα, μα ο ψίθυρος είναι καθάριος. Μη κλαις καρδιά μου, και πίστεψέ με αληθινά, Πως τίποτα δεν έχασες,τα ολόλευκα φτερά σου, Καλά είναι φυλαγμένα, κι είναι μόνο δικά σου. Μα πρώτα μάθε να περπατάς ανάμεσα σ’ αγκάθια. Ανάμεσα σε χείμαρρους, ανάμεσα σε βράχους. Μάθε να βλέπεις, να ρουφάς, τις μυρωδιές των λουλουδιών, Πούνε μέσα στ’ αγκάθια, όσο πυκνά κι αν είναι. Απόλαυσε το διάβα σου, και όπως θα διαβαίνεις, θα δεις λουλούδια κι αγκαθιές μαζί να γίνονται ένα. Μέσα στο φως το κάτασπρο, το φως το ευλογημένο. Τότε θα νοιώσεις κάτασπρα φτερά να σε καλούνε, Για μακρινούς ορίζοντες, και άγνωστα ταξίδια. Μα ως τότε μείνε άνθρωπος χωμάτινος, και Θείος. Ζήσε μου είπε κι ένοιωσα, ένα φιλί ανάλαφρο, Αγγελικό νομίζω. Κι είπα πως θ’ ΑΝΤΕΞΩ
1 σχόλιο:
Πως γίνανε άραγε οι άγγελοι; Πως μπόρεσαν και κράτησαν άθικτα τα φτερά τους,
Μ’ όλα τα καψαλίσματα ετούτης της ζωής;
Πονώ αβάσταχτα, γιατί μου λείπουν τα όμορφα φτερά μου.
Χωμάτινα όπως κι εγώ, γίνανε σκόνη, γρήγορα,
και σκόρπισαν μακριά μου.
Κλαίω σπαραχτικά,
και μες τους οδυρμούς μου ακούω ένα ψίθυρο.
Δε βλέπω τίποτα, μα ο ψίθυρος είναι καθάριος.
Μη κλαις καρδιά μου, και πίστεψέ με αληθινά,
Πως τίποτα δεν έχασες,τα ολόλευκα φτερά σου,
Καλά είναι φυλαγμένα, κι είναι μόνο δικά σου.
Μα πρώτα μάθε να περπατάς ανάμεσα σ’ αγκάθια.
Ανάμεσα σε χείμαρρους, ανάμεσα σε βράχους.
Μάθε να βλέπεις, να ρουφάς, τις μυρωδιές των λουλουδιών,
Πούνε μέσα στ’ αγκάθια, όσο πυκνά κι αν είναι.
Απόλαυσε το διάβα σου, και όπως θα διαβαίνεις,
θα δεις λουλούδια κι αγκαθιές μαζί να γίνονται ένα.
Μέσα στο φως το κάτασπρο, το φως το ευλογημένο.
Τότε θα νοιώσεις κάτασπρα φτερά να σε καλούνε,
Για μακρινούς ορίζοντες, και άγνωστα ταξίδια.
Μα ως τότε μείνε άνθρωπος χωμάτινος, και Θείος.
Ζήσε μου είπε κι ένοιωσα, ένα φιλί ανάλαφρο,
Αγγελικό νομίζω.
Κι είπα πως θ’ ΑΝΤΕΞΩ
Δημοσίευση σχολίου